χρυσαορέως

χρυσαορέως
χρυσαορέω̆ς , χρυσαορεύς
with sword of gold
masc gen sg
χρυσαορεύς
with sword of gold
masc nom sg (epic ionic)

Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες). 2014.

Игры ⚽ Нужно сделать НИР?

Look at other dictionaries:

  • Στρατονίκεια — Όνομα αρχαίων πόλεων. 1. Πόλη στη Μ. Ασία (Καρία). Όταν ιδρύθηκε ονομάστηκε Ιδριάς αλλά μετονομάστηκε σε Σ. από τον Αντίοχο A’ το Σωτήρα, που ήθελε να τιμήσει τη σύζυγό του δίνοντας στην πόλη το όνομά της. Στην πόλη υπήρχαν τα ιερά του Διός… …   Dictionary of Greek

Share the article and excerpts

Direct link
Do a right-click on the link above
and select “Copy Link”